Οι κανόνες περί συγχωνεύσεων, αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας και ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων θα πρέπει να αναθεωρηθούν ώστε να υπηρετούν τις κλιματικές και ψηφιακές φιλοδοξίες της ΕΕ και να συμβάλλουν στην επίτευξη στρατηγικής αυτονομίας, ζητούμενα που προϋποθέτουν ανεξαιρέτως μαζικές επενδύσεις. Δύο νέες γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ εξηγούν τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να γίνει αυτή η αναθεώρηση.

Η συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στις 19 Μαΐου κατά τη σύνοδο ολομέλειας της ΕΟΚΕ επικεντρώθηκε σε δύο νέες εκθέσεις με θέμα την πολιτική ανταγωνισμού της ΕΕ και τις κρατικές ενισχύσεις για την υγεία και τις κοινωνικές υπηρεσίες σε ένα μεταβαλλόμενο παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Στην έκθεσή της με θέμα την ανακοίνωση «Μια πολιτική ανταγωνισμού κατάλληλη για νέες προκλήσεις», η ΕΟΚΕ προτρέπει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να μεριμνήσει ώστε η ανανέωση της ενωσιακής πολιτικής ανταγωνισμού που έχει ήδη ξεκινήσει να είναι ριζικότερη από ποτέ. 

Τα μέτρα που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση της νόσου COVID-19 και αργότερα της ρωσικής επίθεσης στην Ουκρανία βοήθησαν μεν σε μεγάλο βαθμό τις επιχειρήσεις, αλλά πρέπει να βελτιωθούν. Πρέπει τα κριτήρια επιλεξιμότητας να επιτρέπουν σε όλους τους τομείς να επωφεληθούν και να μην κλείνουν την πόρτα στις επιχειρήσεις που έχουν πληγεί περισσότερο. 

Όσον αφορά το γενικό πλαίσιο του δικαίου του ανταγωνισμού, μολονότι έχει προσαρμοστεί σε αρκετά ζητήματα, δεν έχει εξελιχθεί αρκετά όσον αφορά την επίτευξη των στρατηγικών στόχων της ΕΕ, δηλαδή την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, αλλά και την ανθεκτικότητα. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι οι φιλοδοξίες αυτές απαιτούν τεράστιες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις και θα πρέπει να τύχουν της μέγιστης δυνατής υποστήριξης.

Τα μέτρα για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων και των συγχωνεύσεων φαίνεται μερικές φορές να παρεμποδίζουν τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας έναντι των ΗΠΑ και της Κίνας. Οι σχετικές με την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης διατάξεις δεν είναι κατ’ ανάγκη προσαρμοσμένες στα νέα οικολογικά και ψηφιακά ζητούμενα. 

«Προτείνουμε ορισμένες τεχνικές προσαρμογές για τη διευκόλυνση της υπαγωγής σε υποστήριξη, αλλά και καλύτερους τρόπους για να ληφθούν υπόψη η καινοτομία και οι ψηφιακές εξελίξεις. Υποβάλουμε επίσης προτάσεις για να δώσουμε τη δυνατότητα σε όλους τους τομείς ―και όχι μόνο στη βιομηχανία― να επωφεληθούν, ιδιαιτέρως δε το εμπόριο και τις ΜΜΕ», παρατηρεί η εισηγήτρια της γνωμοδότησης Emilie Prouzet.

Στη δεύτερη σχετική γνωμοδότησή της, η ΕΟΚΕ πραγματεύεται τις κρατικές ενισχύσεις για τις υπηρεσίες υγείας και τις κοινωνικές υπηρεσίες

«Η πανδημία COVID-19 κατέδειξε ότι τα συστήματα υγείας και κοινωνικής προστασίας πρέπει να είναι σε θέση να προσαρμόζονται ταχέως σε οποιεσδήποτε αλλαγές και τα μέτρα που προτείνουμε θα συμβάλουν στην απλούστευση και την επιτάχυνση της χορήγησης κρατικών ενισχύσεων», αναφέρει ο εισηγητής Giuseppe Guerini (ΙΤ-ΙΙΙ).

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι ο τομέας αυτός δεν έχει πραγματικά σημαντική επίδραση στον διασυνοριακό ανταγωνισμό. Οι υπηρεσίες υγείας και οι κοινωνικές υπηρεσίες οργανώνονται ως επί το πλείστον σε τοπικό επίπεδο εντός των χωρών και χρησιμοποιούνται κυρίως εκεί όπου παρέχονται. Οι κρατικές ενισχύσεις στον τομέα αυτό δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό.

Μία άλλη επίσης σημαντική πρόταση αφορά το μέγιστο επιτρεπόμενο ποσό κρατικής ενίσχυσης. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι το ανώτατο όριο για την κοινοποίηση των ενισχύσεων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή (επί του παρόντος ανέρχεται σε 500.000 ευρώ για τρία οικονομικά έτη), το οποίο ενεργοποιεί μια χρονοβόρα και περίπλοκη διαδικασία, θα πρέπει να είναι υψηλότερο για τις υπηρεσίες αυτές από ό,τι για άλλες υπηρεσίες κοινής ωφελείας. Τούτο δε λόγω της σημασίας τους για το δημόσιο συμφέρον, της περιορισμένης επίδρασής τους στο διασυνοριακό εμπόριο και της επανεμφάνισης του πληθωρισμού. (dm)