European Economic
and Social Committee
Η νέα στρατηγική της Επιτροπής για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων δεν ανταποκρίνεται στις συνθήκες της πανδημίας COVID-19
Η ΕΟΚΕ επικροτεί το νέο σχέδιο δράσης της Επιτροπής για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, φρονεί ωστόσο πως δεν περιέχει νέες προτάσεις κατάλληλες για την περίοδο της πανδημίας COVID-19, αφήνοντας την Ευρώπη να αντιμετωπίσει μια πρωτοφανή κατάσταση με κανόνες που έχουν θεσπιστεί για καιρούς ομαλότητας.
Σε γνωμοδότηση που εγκρίθηκε κατά τη σύνοδο ολομέλειας στις 25 Μαρτίου, η ΕΟΚΕ ανέλυσε τη στρατηγική αντιμετώπισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέθεσε τους κύριους προβληματισμούς της σχετικά με συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας, όπως οι τράπεζες, οι αγοραστές πιστώσεων και οι διαχειριστές πιστώσεων. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ περιέγραψε την οπτική της ευρύτερης ευρωπαϊκής κοινωνίας των πολιτών.
«Η ΕΟΚΕ ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τη σταθερότητα του τραπεζικού τομέα», ανέφερε ο εισηγητής της γνωμοδότησης Kęstutis Kupšys. «Ενδιαφερόμαστε, ωστόσο, επίσης για τις επιχειρήσεις που έχουν χρέη τα οποία αδυνατούν πλέον να αποπληρώσουν, καθώς και για τις βιώσιμες επιχειρήσεις που ενδέχεται να χρειαστούν επιπρόσθετα κεφάλαια από τις τράπεζες. Ενδιαφερόμαστε επιπλέον για τους ευάλωτους πολίτες, όσους έχουν χρέη και σύντομα θα καταστούν θύματα των «ταμείων όρνεων». Τέλος, ενδιαφερόμαστε για όλους τους φορολογούμενους καθώς όταν, ή μάλλον εάν, δημόσιοι πόροι διατίθενται για την αγορά χαρτοφυλακίων ΜΕΔ, οι φορολογούμενοι καταβάλλουν το τίμημα της διάσωσης των τραπεζών από τα μη εξυπηρετούμενα χρέη».
Η ΕΟΚΕ συνιστά την αντιμετώπιση, πρωτίστως, των γενεσιουργών αιτίων των ΜΕΔ προκειμένου να αποφευχθεί η συσσώρευσή τους στο μέλλον. Ο καλύτερος τρόπος προς τούτο είναι να διασφαλιστεί η συνεχής βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, με έμφαση στην επιχειρησιακή συνέχεια και την οικονομική ανάκαμψη, να οικοδομηθούν ισχυρά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, να καταπολεμηθεί η φτώχεια, η υπερχρέωση και η ανεργία, να διασφαλιστούν επαρκείς μισθοί και να εφαρμοστούν αντικυκλικά μέτρα οικονομικής πολιτικής σε καιρούς κρίσης.
Δεδομένου του αντικτύπου του κορονοϊού στην οικονομία της ΕΕ, ο όγκος των ΜΕΔ αναμένεται να αυξηθεί σε ολόκληρη την ΕΕ. Για τον μετριασμό των αρνητικών συνεπειών, η ΕΟΚΕ ζητεί τα μέτρα αρωγής προς τα πιστωτικά ιδρύματα να συνδυαστούν με κυβερνητικά μέτρα ενίσχυσης για τους δανειολήπτες που έχουν βρεθεί σε δυσχερή θέση μόνο ως αποτέλεσμα της πανδημίας.
Παρότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει την περαιτέρω ανάπτυξη δευτερογενών αγορών για επισφαλή περιουσιακά στοιχεία, η ΕΟΚΕ εκτιμά πως η ανάγκη για πανενωσιακή διασυνοριακή αγορά ΜΕΔ είναι υπερεκτιμημένη. Είναι επικίνδυνη η παροχή ενός «διαβατηρίου» στους εισπράκτορες χρεών, που θα τους επιτρέπει να δραστηριοποιούνται σε ολόκληρη την ΕΕ, χωρίς κατάλληλη εποπτεία ούτε από τις χώρες «προέλευσης» ούτε από τις χώρες «υποδοχής» τους. Αυτό το μέτρο θα μπορούσε να δικαιολογηθεί μόνο αν υπήρχε μια αντισταθμιστική σειρά μέτρων που θα συνέβαλλαν στην προστασία των δανειοληπτών που βρίσκονται σε δυσχερή θέση: ένα ενωσιακό πρότυπο προστασίας των καταναλωτών για τους εισπράκτορες χρεών.
Επιπροσθέτως, είναι εξαιρετικά αμφισβητήσιμο εάν οι διασυνοριακές δραστηριότητες των αγοραστών πιστώσεων παρέχουν απτά οικονομικά οφέλη για το οικονομικό σύστημα συνολικά και όχι μόνο για τις τράπεζες, τους αγοραστές πιστώσεων και τους διαχειριστές πιστώσεων.
Όσον αφορά την πώληση ΜΕΔ σε εταιρείες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων (ενίοτε αποκαλούμενες «κακές τράπεζες»), η ΕΟΚΕ πιστεύει πως αυτή θα πρέπει να παραμείνει η εξαίρεση. Πρέπει να προτιμώνται διμερείς συμφωνίες διευθέτησης μεταξύ του πιστωτικού ιδρύματος και του δανειολήπτη, με έμφαση στην επιχειρησιακή συνέχεια και την οικονομική ανάκαμψη.
Σύμφωνα με τον Kęstutis Kupšys, το έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εξετάζει υπό στενή οπτική, και με τεχνοκρατικούς όρους, ένα ζήτημα που αφορά έμπρακτα πολλά τμήματα της κοινωνίας. «Το μήνυμα που θέλουμε να εκπέμψουμε είναι πως το ζήτημα των ΜΕΔ δεν πρέπει να συγχέεται με ζητήματα διατήρησης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας», παρατήρησε ο Kęstutis Kupšys. «Εν κατακλείδι, θεωρούμε ότι ο ορθός τρόπος αντιμετώπισης των ΜΕΔ έγκειται στη διατήρησή τους εντός των τραπεζών, και όχι στην απόρριψή τους στην αγορά όταν τα δάνεια καθίστανται επισφαλή. Τα χρέη δεν πρέπει να καταστούν εμπόρευμα!» (na)