H συλλογή αξιόπιστων δεδομένων και η εφαρμογή ενδεδειγμένων πολιτικών από τα κράτη μέλη είναι αναγκαίες τόσο για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική υλοποίηση του σχεδίου δράσης της ΕΕ κατά του ρατσισμού όσο και για να αποκαλυφθούν ο ρατσισμός και οι εθνοτικές διακρίσεις που επιδεινώθηκαν στην Ευρώπη κατά την διάρκεια της πανδημίας COVID-19.

Σε εικονική ακρόαση που πραγματοποίησε η ΕΟΚΕ στις 18 Μαρτίου αποκαλύφθηκε ότι το ένα τέταρτο των Ευρωπαίων αισθάνονται ότι υφίστανται διακρίσεις τουλάχιστον σε έναν από τους τομείς της ζωής τους, καθώς και ότι οι φυλετικές και οι εθνοτικές διακρίσεις κορυφώνονται στον τομέα της απασχόλησης, με αποτέλεσμα να επικρατεί αίσθηση του επείγοντος όσον αφορά τις προσπάθειες επικαιροποίησης και επιβολής της νομοθεσίας για την καταπολέμηση του ρατσισμού σε ολόκληρη την ΕΕ.

Στην ακρόαση με θέμα «Μια Ένωση ισότητας: σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση του ρατσισμού 2020-2025» συμμετείχαν ομιλητές από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τις ευρωπαϊκές πλατφόρμες για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την καταπολέμηση του ρατσισμού. Τα αριθμητικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν αντανακλούν μια δυσοίωνη εικόνα της κατάστασης που επικρατεί επί τόπου.

Ο Cristian Pîrvulescu, εισηγητής της γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ επί του θέματος, υπογράμμισε τον επίκαιρο χαρακτήρα του σχεδίου δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση του ρατσισμού, το οποίο έρχεται σε μια περίοδο επιδείνωσης των ανισοτήτων και των διακρίσεων εξαιτίας της πανδημίας.

Ο Thibault Balthazar, εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τόνισε τον σημαντικό ρόλο των κρατών μελών και τα ενθάρρυνε να εγκρίνουν τα εθνικά σχέδια δράσης (ΕΣΔ) μεριμνώντας για τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και των φορέων ισότητας. Η Aleksandra Wesoły παρουσίασε διάφορα μέσα της ΕΕ, όπως το δίκτυο της ΕΕ για την ευαισθητοποίηση σχετικά με τη ριζοσπαστικοποίηση και άλλες πλατφόρμες που συμβάλλουν στην καταπολέμηση της ριζοσπαστικοποίησης και των εξτρεμιστικών αφηγημάτων. Η Μαρία-Ντανιέλλα Μαρούδα ανέφερε ότι, σε μελέτη που εκπονήθηκε από την «Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας», επισημάνθηκε η επίτευξη προόδου στο πλαίσιο της νομοθεσίας κατά των διακρίσεων.

Η Joanna Goodey, εκπρόσωπος του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπογράμμισε ότι, παρά την ύπαρξη σχετικής νομοθεσίας, παρατηρείται έλλειψη δεδομένων και ότι, για την επιτυχία του σχεδίου δράσης, απαιτείται η συλλογή αδιάσειστων δεδομένων ανά τακτά χρονικά διαστήματα.

Η Yoomi Renström, εισηγήτρια της γνωμοδότησης της Επιτροπής των Περιφερειών με θέμα το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση του ρατσισμού, υπογράμμισε ότι οι τοπικές και οι περιφερειακές αρχές πρέπει να αναγνωριστούν ως στρατηγικοί εταίροι κατά τον σχεδιασμό, την εφαρμογή και την παρακολούθηση των ΕΣΔ.

Ο Csaba Asztalos, πρόεδρος του εθνικού συμβουλίου καταπολέμησης των διακρίσεων της Ρουμανίας, εξήρε τη σημασία της ύπαρξης προσβάσιμων βάσεων δεδομένων και σαφών στρατηγικών επικοινωνίας, ενώ η Marie Mescam, εκπρόσωπος της οργάνωσης «SOS Ρατσισμός» τόνισε την επείγουσα ανάγκη δημιουργίας ενός χώρου διαλόγου εντός της ΕΕ, όπου η κοινωνία των πολιτών, οι φορείς ισότητας και οι οργανώσεις καταπολέμησης του ρατσισμού θα έχουν τη δυνατότητα να μοιράζονται τις εμπειρίες και τις γνώσεις τους.

Η Juliana Wahlgren, ανώτερη υπεύθυνη υπεράσπισης συμφερόντων του Ευρωπαϊκού Δικτύου κατά του Ρατσισμού, εξέφρασε την ελπίδα ότι η συμμετοχή ατόμων με μειονοτικό φυλετικό ή εθνοτικό υπόβαθρο που αντλούν καίρια εμπειρογνωσία από οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών θα έχει αξιοσημείωτη συμβολή στην αποτελεσματική εφαρμογή του σχεδίου δράσης. (mt)