Η συνοχή πρέπει να βρίσκεται στον πυρήνα της μεταπανδημικής Ευρώπης, δηλώνουν η Ευρωπαία Επίτροπος Elisa Ferreira και η Πρόεδρος της ΕΟΚΕ Christa Schweng

Η πολιτική συνοχής είναι καθοριστικής σημασίας για την ανάπτυξη ενός νέου μεταπανδημικού οράματος για την Ευρωπαϊκή Ένωση, εστιασμένου στην ευημερία, την άρση των αποκλεισμών και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, ένα όραμα το οποίο θα περικλείει πλήρως την κοινωνία των πολιτών. Αυτό ήταν το μήνυμα της Christa Schweng, Προέδρου της ΕΟΚΕ, το οποίο συμμερίστηκε η Elisa Ferreira, Ευρωπαία Επίτροπος αρμόδια για τη Συνοχή και τις Μεταρρυθμίσεις, κατά τη σύνοδο ολομέλειας της ΕΟΚΕ τον Σεπτέμβριο.

Από τις απαρχές της κρίσης COVID-19, η πολιτική συνοχής υπήρξε καθοριστική για την εξεύρεση λύσεων κατά τη διάρκεια της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, και, κατά την περίοδο προγραμματισμού 2021-2027, θα πρέπει να συνεχίσει να χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση των προκλήσεων και των ανισοτήτων που υφίστανται εντός και μεταξύ των κρατών μελών, των περιφερειών, των πόλεων και των ανθρώπων, με την κατάσταση να έχει επιδεινωθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

«Η πολιτική συνοχής διαδραματίζει βασικό ρόλο στη διασφάλιση ισορροπημένης ανάκαμψης που δεν θα αφήνει κανέναν στο περιθώριο. Η αρχή της εταιρικής σχέσης με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της εν λόγω πολιτικής και θέλουμε να δούμε την αρχή αυτή να επεκτείνεται στο μέσο NextGenerationEU και στην υλοποίηση των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. Η πολιτική συνοχής θα πρέπει να καταστεί επίσης λιγότερο γραφειοκρατική, πιο ψηφιοποιημένη κα περισσότερο αποτελεσματική», δήλωσε η κ. Schweng.

Η κ. Ferreira επεσήμανε πως η κρίση COVID-19 επιδείνωσε τις προϋπάρχουσες ανισότητες και δημιούργησε νέες, επηρεάζοντας πρωτίστως τους εργαζομένους στην πρώτη γραμμή, τις ευπαθείς ομάδες όπως οι ηλικιωμένοι και τα άτομα με αναπηρία, όσους έχουν λιγότερη πρόσβαση στις υπηρεσίες και εκείνους που επλήγησαν περισσότερο από τον αντίκτυπο των περιοριστικών μέτρων, όπως οι γυναίκες και οι νέοι: «Η Ένωσή μας είναι τόσο ισχυρή όσο και ο πιο αδύναμος κρίκος της. Η αντιμετώπιση και η μείωση των ανισοτήτων αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για μια ισχυρή και ακμάζουσα Ένωση. Η κοινωνική δικαιοσύνη και η πολυδεκτικότητα πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο της ανάκαμψης. Δεν μπορούμε να διευθετήσουμε τα κοινωνικά ζητήματα χωρίς να επιλύσουμε τις χωρικές και τις περιφερειακές ανισότητες. Πρέπει να λάβουμε υπόψη τους τόπους όπου ζουν οι άνθρωποι». (mp)