Η Γεωργία, ένα ακόμα μέτωπο για τη Ρωσία

Το τέλος του 2023 είναι ένα χρονικό σημείο που εγκυμονεί ουκ ολίγους κινδύνους για τη Γεωργία. Τον Δεκέμβριο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πρόκειται να αποφασίσει εάν θα χορηγήσει σε αυτήν την πρώην σοβιετική δημοκρατία το καθεστώς της «υποψήφιας χώρας» προς ένταξη στην ΕΕ. 

Τον Ιούνιο του 2022, το Συμβούλιο είχε αρνηθεί αυτό το καθεστώς στη Γεωργία ―σε αντίθεση με την Ουκρανία και τη Μολδαβία― λόγω της καταφανώς εχθρικής πολιτικής έναντι της Δύσης και, ως εκ τούτου, φιλορωσικής στάσης της γεωργιανής κυβέρνησης Μολονότι αναγνώρισε την «ευρωπαϊκή προοπτική» της Γεωργίας, το Συμβούλιο έθεσε ως προϋπόθεση για την υπαγωγή της στο καθεστώς της «υποψήφιας χώρας» την εκπλήρωση δώδεκα προτεραιοτήτων, όπως η βελτίωση του χώρου των μέσων μαζικής ενημέρωσης ή η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.

Η κατάσταση στη χώρα χαρακτηρίζεται από μεγάλες εσωτερικές κοινωνικοπολιτικές εντάσεις εξαιτίας της απόκλισης απόψεων μεταξύ του κυβερνώντος κόμματος, του «Γεωργιανού ονείρου», υπό τον ολιγάρχη Bidzina Ivanichvili (η περιουσία που έχει κάνει στη Ρωσία εκτιμάται στα 4,5 δισ. ευρώ) και των 3,7 εκατομμυρίων Γεωργιανών. Από τη μία πλευρά, παρατηρούμε ένα κόμμα που βρίσκεται στην εξουσία από το 2012 και σταδιακά ασκεί μια πολιτική που πλέον φαίνεται να είναι σαφώς φιλορωσική και, από την άλλη, έχουμε έναν πληθυσμό το 81 % του οποίου, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, τάσσεται υπέρ της προσχώρησης της χώρας στην ΕΕ.

Εάν η κατάσταση είναι τεταμένη, τούτο οφείλεται και στην αντίληψη ότι η κυβέρνηση της Γεωργίας χειραγωγείται από τη Ρωσία. Πώς μπορεί άλλωστε να εξηγήσει κανείς αλλιώς την απόπειρα του κόμματος του «Γεωργιανού ονείρου» να θεσπίσει νόμο περί «ξένων πρακτόρων» κατά τα πρότυπα του αντίστοιχου νόμου που θεσπίστηκε το 2012 στη Ρωσία; Τούτο δεν θα μπορούσε παρά να εξοργίσει τους Γεωργιανούς που βλέπουν ότι ο νόμος αυτός θα ματαιώσει σε βάθος χρόνου τις πιθανότητες της χώρας να προσεγγίσει την Ευρώπη.

Το ρωσικό κατεστημένο καταβάλλει επίσης προσπάθεια να υποστηρίξει τη ρήξη με τη Δύση που επιχειρεί η κυβέρνηση του Ivanichvili. Ενώ η γεωργιανή ηγεσία υπονομεύει συστηματικά τους δεσμούς με τους δυτικούς εταίρους (μέσω συνεχών αντιπαραθέσεων με εκπροσώπους της ΕΕ και των ΗΠΑ ή της προπαγάνδας όσον αφορά τις εικαζόμενες προθέσεις της Δύσης να ανοίξει ένα δεύτερο μέτωπο στη Γεωργία για την αποδυνάμωση της Ρωσίας), το Κρεμλίνο επαινεί τις αποφάσεις της κυβέρνησης Ivanichvili και λαμβάνει μέτρα για να καλοπιάσει την κοινή γνώμη στη Γεωργία, όπως η αποκατάσταση των απευθείας πτήσεων μεταξύ των δύο χωρών (είχαν διακοπεί από το 2019) ή η κατάργηση των θεωρήσεων για τους Γεωργιανούς που ταξιδεύουν στην επικράτεια αυτής της πρώην αποικιοκρατικής δύναμης.

Πρόκειται για ένα εκρηκτικό κοκτέιλ λίγους μήνες πριν από την ―ιστορική κατά πολλούς Γεωργιανούς― έκδοση της απόφασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Μέρος της κοινή γνώμης στη Γεωργία δεν συγχωρεί στην ομάδα του κ. Ivanichvili την επαναφορά της χώρας στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας. Και ένα άλλο μέρος της, ίσως η πλειονότητα, είναι σαφώς μεν φιλοευρωπαϊκή, αλλά είναι αμήχανη μπροστά στην κυβερνητική ρητορική που συνοδεύεται από βίαιες επικρίσεις της Δύσης και έχει ως μέλημα να μην ενοχληθεί μια Ρωσία πιο επιθετική από ποτέ. Οι κίνδυνοι για την ασφάλεια είναι πολύ υψηλοί σε μια χώρα όπου, υπενθυμίζουμε, σήμανε την απαρχή ―με τον πόλεμο Ρωσίας-Γεωργίας το 2008― της διελκυστίνδας μεταξύ Μόσχας και Δύσης.