Του Thomas Kattnig

Οι αυξανόμενες τιμές των ενοικίων, οι διογκούμενες τιμές των ακινήτων και οι μισθοί που δεν συμβαδίζουν με τον πληθωρισμό καθιστούν τη στέγαση οικονομικά απρόσιτη για έναν αυξανόμενο αριθμό ατόμων. Η στεγαστική κρίση στην ΕΕ είναι πραγματικότητα.

Αυτό οδηγεί σε αύξηση του κόστους της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, απώλειες παραγωγικότητας, περιβαλλοντικές ζημίες και αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις λόγω της μειωμένης αγοραστικής δύναμης.

Η ΕΟΚΕ, ως η φωνή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, πιστεύει ότι πρέπει να αναληφθεί επειγόντως δράση για την αντιμετώπιση της ανεπάρκειας της αγοράς στον στεγαστικό τομέα. Ως εκ τούτου, καλούμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συνεργαστεί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα κράτη μέλη και την κοινωνία των πολιτών για τη θέσπιση ολοκληρωμένης δέσμης μέτρων της ΕΕ με στόχο να οριστεί ένα πλαίσιο προϋποθέσεων και να διασφαλιστεί το δικαίωμα στη στέγαση, σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

Συνεπώς, εκφράζουμε την ικανοποίησή μας για τον διορισμό επιτρόπου Ενέργειας και Στέγασης και για την ανακοίνωση ότι εντός των επόμενων 100 ημερών θα υποβληθεί ένα ευρωπαϊκό σχέδιο οικονομικά προσιτής στέγασης. Χρειαζόμαστε, μεταξύ άλλων, ένα ενωσιακό μητρώο διαφάνειας για τις συναλλαγές επί ακινήτων, πιο οργανωμένο συντονισμό, αποτελεσματικότερες διαδικασίες αδειοδότησης, καλύτερο σχεδιασμό της χρήσης γης, οικονομικά προσιτή γη για κοινωνική στέγαση, περισσότερες επενδύσεις στις ανακαινίσεις κτιρίων και φιλικές προς το κλίμα κατασκευές, καθώς και το πρόγραμμα «προτεραιότητα στη στέγαση», προκειμένου να παρέχονται εκ νέου στους αστέγους ασφάλεια και προοπτικές. Ζητούμε να αναγνωριστεί η στέγαση ως θεμελιώδες δικαίωμα και όχι ως εμπόρευμα, με την κατοχύρωσή της στο πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ.

Ταυτόχρονα, συμφωνούμε με την έκθεση Letta ότι η πρόσβαση σε κοινωνική στέγαση πρέπει να ορίζεται ευρύτερα στη νομοθεσία για τις κρατικές ενισχύσεις.

Επιπλέον, η ΕΟΚΕ ζητεί να αυξηθεί σημαντικά η χρηματοδοτική στήριξη για την κοινωνική στέγαση. Πρώτον, οι δημόσιες επενδύσεις στην κοινωνική στέγαση πρέπει να εξαιρούνται από τους σχετικούς με το χρέος κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Δεύτερον, οι μη κερδοσκοπικοί φορείς και συνεταιρισμοί αστικής ανάπτυξης, καθώς και οι δήμοι, θα πρέπει να μπορούν να λαμβάνουν μακροπρόθεσμα άτοκα δάνεια μέσω της σχεδιαζόμενης επενδυτικής πλατφόρμας ή απευθείας από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.

Η βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων, η οποία αποτελεί πρόβλημα σε πολλές μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, μειώνει περαιτέρω τον αριθμό των διαθέσιμων κατοικιών. Για να αντιμετωπίσουμε αυτό το φαινόμενο, χρειαζόμαστε μια εργαλειοθήκη σε επίπεδο ΕΕ που θα περιλαμβάνει διάφορα εργαλεία, όπως έναν φόρο επί των άδειων ακινήτων και ανώτατα όρια μισθωμάτων, ούτως ώστε τα κράτη μέλη να μπορούν να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα.

Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει επίσης να δοθεί α) στην κάλυψη των στεγαστικών αναγκών των νέων μέσω στοχευμένων προγραμμάτων όπως το «Housing First for Youth» (Προτεραιότητα στη στέγαση των νέων) και β) στη συμπερίληψη των ατόμων με αναπηρία.

Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στις ανακαινίσεις και τις μετασκευές των υφιστάμενων κτιρίων έναντι της κατασκευής νέων, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η στέγαση δεν είναι μόνο οικονομικά προσιτή αλλά και βιώσιμη. Για να διευκολυνθούν οι εν λόγω ανακαινίσεις, ζητούμε συνδυασμό υποχρεωτικών και υποστηρικτικών μέτρων για τη διασφάλιση της δίκαιης δράσης για το κλίμα. Απαιτούνται χρηματοδοτικά εργαλεία που θα επιτρέπουν σε όλους, ανεξαρτήτως οικονομικής κατάστασης, να πραγματοποιούν θερμικές και ενεργειακές ανακαινίσεις. Ταυτόχρονα, πρέπει να θεσπιστούν υποχρεώσεις για τους ιδιοκτήτες ακινήτων για την προστασία των ενοικιαστών από υπερβολικές αυξήσεις ενοικίων λόγω της μετακύλισης του κόστους από τους ιδιοκτήτες.

Τέλος, τονίζουμε ότι η στεγαστική κρίση όχι μόνον επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα ζωής των Ευρωπαίων πολιτών, αλλά απειλεί και την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ. Ως εκ τούτου, απαιτείται μια στρατηγική στέγασης της ΕΕ για την αύξηση της προσφοράς κατοικιών, τη θέσπιση μέτρων για τη μείωση του κόστους κατασκευής, την αναβάθμιση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, την αύξηση της παραγωγικότητας και τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων του κατασκευαστικού κλάδου.