Πολιτική, οικονομική και στρατηγική απάντηση στον πόλεμο στην Ουκρανία

από την Cinzia del Rio, μέλος της ΕΟΚΕ, Ιταλία

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα αλλάξει τις γεωπολιτικές και οικονομικές σχέσεις στον κόσμο, και ασφαλώς μεταξύ της Ρωσίας και της ΕΕ. Η εξοργιστική στρατιωτική επέμβαση, η οποία προκαλεί θύματα μεταξύ των αμάχων και καταστροφή των πόλεων και των πολιτικών και οικονομικών δομών της χώρας, έχει καταδικαστεί κατηγορηματικά και απερίφραστα από τη δημοκρατική διεθνή κοινότητα και το διεθνές συνδικαλιστικό κίνημα.

Εκφράσαμε την πλήρη στήριξή μας προς τον ουκρανικό λαό, διοργανώσαμε διαδηλώσεις κατά του Πούτιν και του απρόκλητου πολέμου του και υποστηρίζουμε την επιβολή αυστηρών οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, οι οποίες θα πρέπει να ασκήσουν πίεση στο καθεστώς. Μετά από ενάμιση μήνα, οι θηριωδίες συνεχίζονται, οι ανθρωπιστικοί διάδρομοι έχουν αποδειχθεί δυσχερείς, εκατομμύρια Ουκρανοί έχουν εγκαταλείψει τη χώρα για να αναζητήσουν καταφύγιο στις χώρες της ΕΕ, πολλοί περισσότεροι εκτοπίζονται στο εσωτερικό της Ουκρανίας και οι διαπραγματεύσεις για την κατάπαυση του πυρός και την ειρηνευτική διαδικασία καθυστερούν.  

Οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, συνδικαλιστικές οργανώσεις και ΜΚΟ σε ολόκληρη την ΕΕ, και ιδίως σε χώρες που συνορεύουν με την Ουκρανία, έχουν επιδείξει την άνευ όρων αλληλεγγύη τους, παρέχοντας στους πρόσφυγες άμεση βοήθεια, ιατρική περίθαλψη, στέγη, τροφή, ρούχα και φάρμακα.  Η οδηγία για την προσωρινή προστασία ήταν θεμελιώδους σημασίας για τη διασφάλιση της προστασίας και των δικαιωμάτων τους στην ΕΕ, βοηθώντας τους να αντιμετωπίσουν την κατάσταση έκτακτης ανάγκης και να ενσωματωθούν όσο το δυνατόν περισσότερο στις κοινωνίες μας. Επιπλέον, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι το 80 % των προσφύγων είναι γυναίκες και παιδιά, που βιώνουν για πρώτη φορά τη σκληρότητα και τη βία του πολέμου, με ψυχολογικές συνέπειες που θα τους ακολουθούν για πάντα. Η ΕΕ θα πρέπει να επαγρυπνεί για να διασφαλίσει την προστασία αυτών των ευάλωτων ομάδων και να αντιμετωπίσει επίσης τον κίνδυνο εμπορίας ανθρώπων και σεξουαλικής εκμετάλλευσης.

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία εδραίωσε την εθνική ταυτότητα της Ουκρανίας, τον γεωπολιτικό της προσανατολισμό προς τις δυτικές δημοκρατίες και επιτάχυνε την έναρξη της διαδικασίας ένταξης στην ΕΕ· επανένωσε —με ισχυρούς δεσμούς— την ΕΕ και τις ΗΠΑ, ενίσχυσε το ΝΑΤΟ στα σύνορα της Ουκρανίας και συσπείρωσε χώρες της ΕΕ που αντέδρασαν καταδικάζοντας ομόφωνα τη ρωσική εισβολή και τη βαρβαρότητα του πολέμου.  Ωστόσο, μετά από μια πρώτη δέσμη κυρώσεων από την ΕΕ, η οποία επεκτάθηκε πρόσφατα στις εισαγωγές άνθρακα, μια κοινή απόφαση για την απαγόρευση των εισαγωγών, ιδίως φυσικού αερίου και πετρελαίου, είναι επί του παρόντος αδύνατη, διότι θα σήμαινε ότι η Ευρώπη θα πρέπει να αναζητήσει άμεσα εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού προκειμένου να μην εξαρτάται η οικονομική της επιβίωση από τη Ρωσία. Αλλά δεν είμαστε ακόμη έτοιμοι, χρειαζόμαστε την ομοφωνία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, ο δε αντίκτυπος που θα είχε στο εθνικό ΑΕγχΠ ορισμένων χωρών ο ολοκληρωτικός αποκλεισμός των εισαγωγών ενέργειας από τη Ρωσία θα ήταν δραματικός.

Θα σήμαινε κλείσιμο επιχειρήσεων και απώλεια θέσεων εργασίας μετά την πανδημική κρίση. Θα χρειαστεί, ασφαλώς, χρόνος για την επιβολή συνολικού εμπάργκο στο φυσικό αέριο και τους υδρογονάνθρακες, ωστόσο η πορεία έχει χαραχθεί και οι προηγούμενες οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία έχουν διαρραγεί για πάντα. Σε αυτό το πλαίσιο, ωστόσο, η ΕΕ έχει την ευθύνη να περισώσει ό,τι έχει απομείνει από την ουκρανική οικονομία, προκειμένου να αποφευχθεί μια μακροχρόνια καταστροφή για τα επόμενα χρόνια, και να ξεκινήσει έναν ουσιαστικό διάλογο με την Ουκρανία σχετικά με την ενταξιακή διαδικασία, χωρίς να επηρεαστεί αρνητικά η εν εξελίξει διαδικασία ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων.

Η ΕΕ πρέπει να λάβει αντισταθμιστικά μέτρα για την αντιμετώπιση των αρνητικών οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της σύγκρουσης και των συναφών κυρώσεων στις χώρες μας. Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας θα επηρεάσουν τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης της ΕΕ, τους οποίους συμφωνήσαμε παράλληλα με τις επενδύσεις της δέσμης μέτρων «Next Generation EU». Ωστόσο, πρέπει να διατηρήσουμε τις δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση και να διασφαλίσουμε μια καλύτερη κοινωνική διάσταση στην Ευρώπη.

Ο πόλεμος έχει επίσης σοβαρές επιπτώσεις στις παγκόσμιες και ευρωπαϊκές προμήθειες τροφίμων. Θα επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την ήδη δύσκολη κατάσταση για τους Ευρωπαίους γεωργούς και καταναλωτές, λόγω της αύξησης των τιμών. Πρέπει να επικεντρωθούμε σε μέτρα για τη διασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας στην ΕΕ, τόσο βραχυπρόθεσμα μετά την εισβολή όσο και μακροπρόθεσμα. Εν τω μεταξύ, δεν πρέπει να αγνοήσουμε τον ισχυρό αντίκτυπο του πολέμου στον εφοδιασμό τροφίμων και σε τρίτες χώρες. Πρέπει να αποφευχθεί μια νέα κοινωνική και οικονομική κρίση, να σταματήσει η κερδοσκοπία στις τιμές των τροφίμων και του πετρελαίου και να εξεταστούν μέτρα για τη φορολόγηση των πρόσθετων κερδών τους.  

Ωστόσο, προτεραιότητα είναι να σταματήσει ο πόλεμος και να βρεθεί ένας τρόπος για να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις και η ειρηνευτική διαδικασία. Η ΕΕ πρέπει να καταστεί πραγματικός γεωπολιτικός παράγοντας, ο ηγετικός παράγοντας στις διαπραγματεύσεις, καθότι διακυβεύεται το μέλλον της ΕΕ. Η Κίνα και η Τουρκία αποβλέπουν σε ιδία πολιτικά και οικονομικά πλεονεκτήματά στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων αυτών, αλλά δεν αποτελούν «πρωταθλητές» όσον αφορά τη δημοκρατία και τον σεβασμό των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τούτο σηματοδοτεί μια καμπή στην ιστορία της ΕΕ, με πολιτικές, οικονομικές και στρατηγικές επιπτώσεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ΕΕ πρέπει να αναλάβει νέες ευθύνες και να προχωρήσει προς μια ισχυρότερη πολιτική ολοκλήρωση: δεν είναι δυνατόν να έχουμε ένα κοινό αμυντικό σύστημα χωρίς κοινή εξωτερική πολιτική και ισχυρότερη και πιο συνεκτική πολιτική ολοκλήρωση. Οποιαδήποτε κίνηση προς μια ενοποιημένη άμυνα πρέπει να συνοδεύεται από σαφή δημοκρατικό έλεγχο σε ένα τέτοιο σύστημα.

Ο κίνδυνος ενός πολέμου εντός της Ευρώπης θα πρέπει να ωθήσει τις κυβερνήσεις της ΕΕ να προωθήσουν μια σαφή διαδικασία πολιτικής ολοκλήρωσης στο πλαίσιο της Διάσκεψης για το μέλλον της Ευρώπης.
Η ΕΕ οφείλει να υπερασπιστεί και να προστατεύσει τις αξίες της και έχει την ευθύνη να διατηρήσει την ειρήνη που έχουμε εγγυηθεί στην Ευρώπη επί 70 χρόνια.