Η ΕΟΚΕ επισημαίνει σε έκθεσή της πέντε τομείς στους οποίους το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας της ΕΕ («Καλύτερη νομοθεσία») χρειάζεται να τροποποιηθεί προκειμένου να έχει μέλλον. Εντούτοις, θεωρεί ότι, συνολικά, το πρόγραμμα 2014-2019 είχε θετικά αποτελέσματα.
Κατά τη σύνοδο ολομέλειάς της του Σεπτεμβρίου, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε γνωμοδότηση σχετικά με το πρόγραμμα «Βελτίωση της νομοθεσίας» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στην οποία επισημαίνει ότι το εν λόγω πρόγραμμα συνέβαλε στη βελτίωση της νομοθεσίας της ΕΕ και ότι θα πρέπει να συνεχιστεί. Ταυτόχρονα, ωστόσο, προειδοποιεί ότι το πρόγραμμα δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη λήψη πολιτικών αποφάσεων και τονίζει ότι είναι σημαντική η προάσπιση των δικαιωμάτων των καταναλωτών και των πολιτών.
«Η καλύτερη νομοθεσία δεν υποκαθιστά τις πολιτικές αποφάσεις και δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να απορρυθμίζει ή να μειώνει το επίπεδο της κοινωνικής και της περιβαλλοντικής προστασίας, καθώς και της προστασίας των καταναλωτών και των θεμελιωδών δικαιωμάτων», προειδοποιεί ο εισηγητής της, Denis Meynent.
Η ΕΟΚΕ εντοπίζει πέντε βασικές αδυναμίες στο πρόγραμμα:
- οι εκτιμήσεις επιπτώσεων θα έπρεπε να βασίζονται λιγότερο σε οικονομικά κριτήρια, να είναι λιγότερο προσανατολισμένες στο κόστος, να διενεργούνται ανεξάρτητα και να περιλαμβάνουν έλεγχο της βιωσιμότητας·
- οι δημόσιες διαβουλεύσεις παρουσιάζουν μια απλουστευμένη εικόνα της κατάστασης στην Ευρώπη εξαιτίας πολιτισμικών και οικονομικών παραγόντων·
- η γραφειοκρατία εξακολουθεί να είναι υπερβολική·
- η αρχή της καινοτομίας δεν έχει οριστεί με επαρκή σαφήνεια και δεν μπορεί να αντικαταστήσει την αρχή της προφύλαξης, η οποία θα πρέπει να παραμείνει η αρχή αναφοράς·
- η πλατφόρμα REFIT, στην οποία ασκεί κριτική, παρουσιάζει έλλειψη εμπειρογνωμοσύνης, δυσανάλογες δαπάνες, δυσκαμψία, ασυμμετρία όσον αφορά τις υποβολές αιτήσεων, αλληλεπικάλυψη με το έργο των ομάδων εργασίας του Συμβουλίου και απονέμει στην ΕΟΚΕ δευτερεύοντα ρόλο σε σχέση με άλλους ενδιαφερόμενους φορείς.